Όταν ο Τζων Μπέργκερ τιμήθηκε το 1972 με το βραβείο Μπούκερ, είχε δηλώσει ότι ήθελε να το μοιραστεί με τους Μαύρους Πάνθηρες. «Όποιος γράφει μυθιστορήματα», είχε πει, «ασχολείται με την αλληλεπίδραση ανάμεσα στα άτομα και την ιστορία».
Στο Παρίσι ζει ένας Σέρβος που τον λένε Εφγκέν Μπαβτσάν. Είναι γύρω στα 60, και από τα δεκατέσσερά του είναι τυφλός. Το πάθος του είναι η φωτογραφία, και ζητά πάντα από τους φίλους του να τον συνοδεύουν στις εκθέσεις. Οι γνώσεις του για την τέχνη είναι πλούσιες, μπορεί ας πούμε να μιλά επί ώρες για τις τεχνικές του Ρενουάρ στη ζωγραφική. Μια μέρα ζήτησε από τον Μπέργκερ να τον συνοδεύσει σε μια έκθεση του Ζωρτζ ντε λα Τουρ. Αυτό που ήθελε ήταν να δουν μαζί έναν πίνακα που απεικονίζει έναν τυφλό.
Τον ρώτησε σε τι απόσταση στέκονταν από τον πίνακα: τέσσερα μέτρα. Ύστερα του ζήτησε να πλησιάσει και να περιγράψει το πρόσωπο του τυφλού. «Είναι βρώμικο;» «Όχι». «Είσαι βέβαιος;» «Φυσικά». «Κι όμως, όλοι πιστεύουν ότι οι τυφλοί είναι βρώμικοι», παραπονέθηκε ο Μπαβτσάν. Έβγαλε τότε από την τσέπη του μια φωτογραφική μηχανή και απαθανάτισε τον πίνακα. Έτρεξε ο φύλακας, οι φωτογραφίες βέβαια απαγορεύονται, αλλά πώς μπορείς να απαγορεύσεις σε κάποιον να τραβήξει μια φωτογραφία που δεν θα μπορέσει να δει ποτέ;
Ο Μπαβτσάν τραβά συνεχώς φωτογραφίες, και για να τις ξεδιαλέξει κουβεντιάζει με ομάδες παιδιών. Κοιτούν μαζί τις φωτογραφίες, συζητούν και βγάζουν τα συμπεράσματά τους. Έτσι χρησιμοποιεί τα μάτια του ο τυφλός Σέρβος. Με τον ίδιο τρόπο, με την ίδια ευαισθησία, θέλει να χρησιμοποιεί και τα δικά του μάτια ο Τζων Μπέργκερ. Αλλά ο 80χρονος Βρετανός συγγραφέας δεν βλέπει μόνο ποιητικές εικόνες. Για παράδειγμα, η άποψή του για τις τηλεοπτικές ειδήσεις και τις διαφημίσεις είναι πολύ αυστηρή. «Είναι σαν την κόλαση που περιγράφει ο Ιερώνυμος Μπος στο Τρίπτυχο της Χιλιετίας», λέει στην Κοριέρε ντέλα Σέρα. «Η ίδια ασυναρτησία, τα ίδια ασύνδετα μεταξύ τους συναισθήματα, ο ίδιος παροξυσμός».
Ο Μπέργκερ έχει φύγει από το Λονδίνο και ζει πλέον σε ένα ορεινό χωριό των γαλλικών Άλπεων. Κάθε πρωί κατεβαίνουν από τα βουνά χιλιάδες εργαζόμενοι που πηγαίνουν με το αυτοκίνητο στη Γενεύη για να δουλέψουν, και το βράδυ γυρίζουν πίσω. Είναι ταπεινοί άνθρωποι που κάνουν ταπεινές δουλειές, τις οποίες οι άνθρωποι της πόλης δεν θέλουν να κάνουν. Όταν φτάνουν στα διόδια ανταλλάσσουν μια ματιά με τους εργαζομένους εκεί, που είναι επίσης ταπεινοί άνθρωποι, κακοπληρώνονται και αναπνέουν όλη την ημέρα τα καυσαέρια των αυτοκινήτων. Για λίγα δευτερόλεπτα, λοιπόν, οι τόσο διαφορετικές αυτές υπάρξεις συναντιούνται. Ανάμεσά τους υπάρχει σιωπή, αλλά τα μάτια τους λένε: «Κουράγιο». Σ΄ εκείνα τα δευτερόλεπτα που τα μάτια λες και αγγίζονταιλέει ο Μπέργκερ- κρύβεται όλη η δύναμη για να προχωρήσουν μπροστά.
Στο Παρίσι ζει ένας Σέρβος που τον λένε Εφγκέν Μπαβτσάν. Είναι γύρω στα 60, και από τα δεκατέσσερά του είναι τυφλός. Το πάθος του είναι η φωτογραφία, και ζητά πάντα από τους φίλους του να τον συνοδεύουν στις εκθέσεις. Οι γνώσεις του για την τέχνη είναι πλούσιες, μπορεί ας πούμε να μιλά επί ώρες για τις τεχνικές του Ρενουάρ στη ζωγραφική. Μια μέρα ζήτησε από τον Μπέργκερ να τον συνοδεύσει σε μια έκθεση του Ζωρτζ ντε λα Τουρ. Αυτό που ήθελε ήταν να δουν μαζί έναν πίνακα που απεικονίζει έναν τυφλό.
Τον ρώτησε σε τι απόσταση στέκονταν από τον πίνακα: τέσσερα μέτρα. Ύστερα του ζήτησε να πλησιάσει και να περιγράψει το πρόσωπο του τυφλού. «Είναι βρώμικο;» «Όχι». «Είσαι βέβαιος;» «Φυσικά». «Κι όμως, όλοι πιστεύουν ότι οι τυφλοί είναι βρώμικοι», παραπονέθηκε ο Μπαβτσάν. Έβγαλε τότε από την τσέπη του μια φωτογραφική μηχανή και απαθανάτισε τον πίνακα. Έτρεξε ο φύλακας, οι φωτογραφίες βέβαια απαγορεύονται, αλλά πώς μπορείς να απαγορεύσεις σε κάποιον να τραβήξει μια φωτογραφία που δεν θα μπορέσει να δει ποτέ;
Ο Μπαβτσάν τραβά συνεχώς φωτογραφίες, και για να τις ξεδιαλέξει κουβεντιάζει με ομάδες παιδιών. Κοιτούν μαζί τις φωτογραφίες, συζητούν και βγάζουν τα συμπεράσματά τους. Έτσι χρησιμοποιεί τα μάτια του ο τυφλός Σέρβος. Με τον ίδιο τρόπο, με την ίδια ευαισθησία, θέλει να χρησιμοποιεί και τα δικά του μάτια ο Τζων Μπέργκερ. Αλλά ο 80χρονος Βρετανός συγγραφέας δεν βλέπει μόνο ποιητικές εικόνες. Για παράδειγμα, η άποψή του για τις τηλεοπτικές ειδήσεις και τις διαφημίσεις είναι πολύ αυστηρή. «Είναι σαν την κόλαση που περιγράφει ο Ιερώνυμος Μπος στο Τρίπτυχο της Χιλιετίας», λέει στην Κοριέρε ντέλα Σέρα. «Η ίδια ασυναρτησία, τα ίδια ασύνδετα μεταξύ τους συναισθήματα, ο ίδιος παροξυσμός».
Ο Μπέργκερ έχει φύγει από το Λονδίνο και ζει πλέον σε ένα ορεινό χωριό των γαλλικών Άλπεων. Κάθε πρωί κατεβαίνουν από τα βουνά χιλιάδες εργαζόμενοι που πηγαίνουν με το αυτοκίνητο στη Γενεύη για να δουλέψουν, και το βράδυ γυρίζουν πίσω. Είναι ταπεινοί άνθρωποι που κάνουν ταπεινές δουλειές, τις οποίες οι άνθρωποι της πόλης δεν θέλουν να κάνουν. Όταν φτάνουν στα διόδια ανταλλάσσουν μια ματιά με τους εργαζομένους εκεί, που είναι επίσης ταπεινοί άνθρωποι, κακοπληρώνονται και αναπνέουν όλη την ημέρα τα καυσαέρια των αυτοκινήτων. Για λίγα δευτερόλεπτα, λοιπόν, οι τόσο διαφορετικές αυτές υπάρξεις συναντιούνται. Ανάμεσά τους υπάρχει σιωπή, αλλά τα μάτια τους λένε: «Κουράγιο». Σ΄ εκείνα τα δευτερόλεπτα που τα μάτια λες και αγγίζονταιλέει ο Μπέργκερ- κρύβεται όλη η δύναμη για να προχωρήσουν μπροστά.